- οκτασύλλαβος
- η , ο [ος , ον ] восьмисложный
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
οκτασύλλαβος — οκτασύλλαβος, η, ο και οχτασύλλαβος, η, ο αυτός που έχει οχτώ συλλαβές: Στίχος οχτασύλλαβος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
οκτασύλλαβος — και οχτασύλλαβος, η, ο (Μ ὀκτασύλλαβος, ον) (για λέξη) αυτή που αποτελείται από οκτώ συλλαβές νεοελλ. το αρσ. ως ουσ. ο οκτασύλλαβος στίχος ο οποίος απαρτίζεται από οκτώ συλλαβές, τονίζεται συνήθως στην τρίτη και την έβδομη συλλαβή, είναι κυρίως… … Dictionary of Greek
οκτώ — και οχτώ, οι, τα (ΑΜ ὀκτώ, Α και βοιωτ. τ. ὀκτό και ηρακλεωτικός τ. hοκτώ και ηλειακός τ. ὀπτώ, οἱ, αἱ, τὰ) άκλ. απόλυτο αριθμητικό το οποίο εκφράζει την έννοια τής ποσότητας η οποία είναι κατά μία λιγότερη τών εννέα και κατά μία περισσότερη τών… … Dictionary of Greek
οχτασύλλαβος — η, ο βλ. οκτασύλλαβος … Dictionary of Greek
οχτασύλλαβος — η, ο βλ. οκτασύλλαβος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)